- προραφαηλικοί
- (ή Προραφαηλική Αδελφότητα - Pre-Raphaelite Brotherhood). Ομάδα ζωγράφων και λογοτεχνών, που ίδρυσε το 1848 στην Αγγλία ο ποιητής και ζωγράφος Ντάντε Γκαμπριέλ Ροσέτι, και η οποία περιλάμβανε τους ζωγράφους Ουίλιαμ Χόλμαν Χαντ, Τζον Έβερετ Μιλέ και τον γλύπτη Τόμας Γούλνερ, τους οποίους ακολούθησε και ο αδελφός του Ροσέτι, ο κριτικός Ουίλιαμ Μάικελ. Η τέχνη των π. συνεχίζει κατά κάποιον τρόπο την αντίληψη των Ναζωραίων της Ρώμης και θεωρείται χαρακτηριστική εκδήλωση του ύστερου ρομαντισμού, που παρουσιάστηκε παράλληλα με την επικράτηση του ρεαλισμού. Παρόμοια κίνηση εμφανίζουν και άλλες χώρες, όπως η Γαλλία με τον Γκιστάβ Μορό και τον Πιερ Πιβίς ντε Σαβάν και η Γερμανία με τον Μπέκλιν. Αρνούμενοι τον ακαδημαϊσμό, οι π. ισχυρίστηκαν ότι κατέκτησαν την πρωταρχική καθαρότητα της μορφής μέσα από μια καινούργια θρησκευτική αντίληψη της φύσης κατά το παράδειγμα των ζωγράφων του 14ου και του 15ου αι. πριν από τον Ραφαήλ. Στη λογοτεχνία οι π. είχαν ως πρότυπο τον Δάντη, την ιταλική ποίηση του 13ου και 14ου αι., τις παλαιές λαϊκές μπαλάντες, τους κελτικούς μύθους και γενικά τη λαϊκή χριστιανική λογοτεχνία.
Από το 1850 οι π. διέδωσαν τις ιδέες τους με το καλλιτεχνικό και λογοτεχνικό περιοδικό The Germ· από το 1851 είχαν αμέριστη υποστήριξη του Τζον Ράσκιν, που τους υπεράσπισε στις επιθέσεις του κοινού και της επίσημης κριτικής. Από το 1860 το προραφαηλικό κίνημα, επηρεασμένο από τις ιδέες του Τζον Ράσκιν, του Έντουαρντ Μπερν Τζονς και του Ουίλιαμ Μόρις, πήρε χαρακτήρα ηθικοπλαστικό και θέση διαμαρτυρίας κατά του υλισμού και της βιομηχανικής παραγωγής· ταυτόχρονα συνέβαλε στην αναβίωση της βιοτεχνίας μέσα σε ένα πνεύμα μεσαιωνικό. Μετά τη δημοσίευση του βιβλίου Ποιήματα και Μπαλάντες (1866) του Σουίνμπερν, επηρεασμένου από τους προραφαηλικούς, το κίνημα κατέληξε στην ανάπτυξη της θεωρίας η τέχνη για την τέχνη, που άνοιξε τον δρόμο προς τον αισθητισμό και την κατάπτωση.
Προραφαηλική ζωγραφική. «Η Οφηλία νεκρή», πίνακας του Τζων Έβερετ Μιλέ, εμπνευσμένος από τον «Άμλετ» του Σαίξπηρ. (Πινακοθήκη Ταίητ, Λονδίνο).
Dictionary of Greek. 2013.